Δύο εκδοχές μια ιστορίας-στιγμιότυπου από μια παλιά άσκηση στο Εργαστήρι Συγγραφής του sff.gr. Το θέμα της άσκησης ήταν η περιγραφή ενός φυσικού 
φαινομένου.
Η πρώτη εκδοχή είναι απλώς η περιγραφή μιας καταιγίδας σε ένα δάσος. Η δεύτερη όμως, είναι εντελώς μυθοποιημένη, έχοντας "ανθρωποποιήσει" όλα τα σημεία στην περιγραφή με τη δημιουργία ενός συνόλου από φανταστικά όντα που θυμίζουν ξωτικά ή άλλες μυθολογικές οντότητες με τη δική τους "οικολογία" και νόμους.
Αν και τα πολλά ονόματα κάνουν ίσως λίγο κουραστική την ιστορία, και χρειάστηκε ακόμα και ένα μικρό γλωσσάριο (που παραθέτω μετά το τέλος της ιστορίας), πιστεύω πως η δεύτερη εκδοχή είναι πολύ πιο μαγευτική και ονειρική από την πρώτη.
Ή ίσως... να μην υπάρχει διαχωρισμός αλλά και οι δύο εκδοχές να είναι μόνο οι όψεις του ίδιου νομίσματος, εξ ίσου μαγευτικές με τον τρόπο τους, και ο καθένας μπορεί να δει και τις δύο *αν* ξέρει να βλέπει πραγματικά είτε με τα καθημερινά μάτια, είτε με τα... μυθικά!

                                           
  
                                             ***** Καταιγίδα*****

1: Ρεαλιστική εκδοχή

Ξεκίνησε απαλά, αδιόρατα σχεδόν. Μικρά λευκά συννεφάκια σε έναν καταγάλανο ουρανό πάνω από το βουνό. Το καταπράσινο δάσος στις πλαγιές του δεν ήταν σιωπηλό. Ζουζουνητό από έντομα, κελάηδημα πουλιών, ζωάκια που χαίρονταν το φως του ήλιου.

Το τραγούδι του νερού στους καταράκτες που πάφλαζε πέφτοντας στις λιμνούλες, χυνόταν σε ρυάκια που σχημάτιζαν ένα κρυστάλλινο ποτάμι που κατέληγε στη θάλασσα. Τα φύλλα των δέντρων που θρόιζαν στην απαλή αύρα έκανε το δάσος να φαίνεται σαν μια τέλεια συντονισμένη ορχήστρα, με σολίστ και μαέστρο την ίδια τη Φύση.

Και ξαφνικά όλα σώπασαν .

Τα πουλιά σταμάτησαν το κελάηδημα και τα ζώα οσμήστηκαν παραξενεμένα τον αέρα. Οι συγχορδίες του νερού από τους καταράκτες ακούστηκαν παράταιρες, παράφωνες και ανήσυχες. Τα λευκά σύννεφα μεταμορφώθηκαν σε γκρίζους βαρειούς και θυμωμένους όγκους.

Σε λίγο ο ήλιος χάθηκε πίσω από τον αδιαπέραστο τοίχο από μαύρα σύννεφα.
Το ημίφως και οι σκιές που απλώθηκαν δεν έκρυβαν μυστήριο, ούτε μαγεία, αλλά απειλή και κίνδυνο. Τα έντομα και τα πουλιά κρύφτηκαν μέσα στους κορμούς των δέντρων ενώ τα ζώα αλαφιασμένα έσπρωχναν τα μικρά τους πιο βαθειά μέσα στις γούβες τους.

Οι πρώτες σταγόνες που έπεσαν, δειλές και ευγενικές, δεν έδειχναν τι θα επακολου-θούσε. Τα δέντρα και τα λουλούδια τις καλοδέχτηκαν.

Η αύρα όμως μεταμορφώθηκε σε άνεμο που δυνάμωνε και έκανε τις σταγόνες που πύκνωναν, σαιτιές. Ο πρώτος κεραυνός έπεσε στην κορφή του βουνού και φώτισε στιγμιαία το δάσος. Σκληρό, ανελέητο φως. Το σκοτάδι έγινε βαθύτερο.

Η βροντή που ακολούθησε πάγωσε τις καρδιές του δάσους. Ενας ακόμα πιο ισχυρός κεραυνός και η βροχή με τον άνεμο έγιναν θύελλα.

Τα ρυάκια και τα ποτάμια, μέθυσμένα από τη βροχή μάνιασαν, ακολουθώντας κι αυτά τον μεγαλειώδη, άγριο χορό. Τα γκρίζα νερά φούσκωσαν και με οργασμική χαρά πλημμύρισαν τις όχθες τους, παρασέρνοντας λουλούδια, κλαδιά, πέτρες και χώματα και πνίγοντας ό,τι έβρισκαν στο διάβα τους.

Τα δέντρα βογκούσαν πιά κάτω από το μαστίγωμα της βροχής και του ανέμου,
ενώ οι βροντές τράνταζαν την γη σαν να ήθελαν να την διαλύσουν. Οι ασταμάτητοι κεραυνοί μέσα στο βασανισμένο σκοτεινιασμένο δάσος δημιουργούσαν εφιαλτικές λάμψεις, φωτίζοντας στιγμιαία το αιματόχρωμο ποτάμι.

Δυο τεράστιες βελανιδιές λίγο πιο πέρα, σφάδαζαν καθώς τα κλαδιά τους λύγιζαν επικύνδινα, πιασμένα σε ένα διαβολικό βάλς με τον άνεμο. Οι ρίζες της μιας έφταναν ως το πλημυρισμένο ποτάμι και πολλά ξεριζωμένα δεντράκια, κλαδιά και πέτρες, παρασυρμένα από τα νερά που είχαν διαλύσει το χώμα από τις ρίζες τους, μπλέχτηκαν ανάμεσά τους δημιουργώντας ένα φράγμα αλλά το μανιασμένο ποτάμι έστειλε ακόμη περισσότερους όγκους νερού ενάντια στο περήφανο δέντρο.

Ξαφνικά ένας τριγμός συντάραξε τον κορμό της. Τρελαμένα τα πουλιά που είχαν κουρνιάσει κάτω από τα φύλλα της, πέταξαν μακρυά, όσο μπορούσαν.

Κι άλλος τριγμός. Και ένας τρίτος.

Με μια κραυγή πόνου το τεράστιο δέντρο έγειρε. Οι ρίζες του πλημμυρισμένες δεν άντεξαν και με ένα ουρλιαχτό η βελανιδιά έπεσε παρασύροντας και άλλα δέντρα στην επιθανάτια πτώση της. Ο κρότος θύμιζε σύνολο κρουστών στο απόγειο ενός κρεσέντο.

Σαν ένας αόρατος μαέστρος να άλλαξε ξαφνικά το ρυθμό, η θύελλα έγινε απλή βροχή και ο άνεμος καταλάγιασε. Μέσα σε λίγα λεπτά σταμάτησε εντελώς και ο άνεμος έγινε πάλι αύρα, τα σύνεφα απομακρύνθηκαν και ο ήλιος φώτησε το βουνό.

Το δάσος, τσακισμένο και ταπεινωμένο, ήταν ακόμα πράσινο αλλά σιωπηλό.

Σε μια φωλιά πάνω σε ένα δέντρο ένα θηλυκό χελιδόνι δίπλωσε τα φτερά του που τα είχε ανοιχτά για να προστατέψει τα αυγά του. Ένα τζιτζίκι τερέτησε δειλά.
Ένα σκιουράκι έβγαλε τη μουσούδα του από την κουφάλα του, μύρισε τον αέρα, τσιτσίρισε από χαρά και είδε πως ο κόσμος, η Φύση, ήταν πάλι ασφαλής!

                                                          *********

                                                ***** Καταιγίδα*****


2: Μυθική εκδοχή


Ξεκίνησε απαλά, αδιόρατα σχεδόν. Μικροί λευκοί Συννεφοκάβαλοι έπαιζαν σε έναν καταγάλανο ουρανό πάνω από το βουνό.
Το Ζωντανό Δάσος στις πλαγιές του δεν ήταν σιωπηλό. Ζουζουνητό από Σύλφες, Αεροβάτες έκαναν ακροβατικά, Θέρμες και Φωτολαμπιδείς χαίρονταν στη ζέστη.

Στους καταράκτες οι Υδροφάντες τραγουδούσαν και πάφλαζαν πέφτοντας στις λιμνούλες, χυνόταν σε ρυάκια, μετασχηματίζονταν σε Πομφόλυγγες και Κρυσταλίνους, οργανικό ποτάμι που κατέληγε στη Θάλασσα.

Οι Χλωροφύλακες θρόιζαν στον απαλό Αιολιδέα που βολτάριζε ολόγυρα, και το Δάσος φαινόταν σαν μια τέλεια συντονισμένη ορχήστρα, με σολίστ και μαέστρο τη Θεά Φύση.

Και ξαφνικά όλα σώπασαν .

Τα πουλιά σταμάτησαν το κελάηδημα και τα ζώα οσμήστηκαν παραξενεμένα τον αέρα. Οι συγχορδίες των Υδροφαντών από τους καταράκτες ακούστηκαν παράταιρες, παράφωνες και ανήσυχες.
Οι λευκοί Συννεφοκάβαλοι μεταμορφώθηκαν σε γκρίζους, βαρειούς και θυμωμένους Κεραύνιους.
Σε λίγο ο Ηλιος χάθηκε πίσω από τον αδιαπέραστο στρατό από μαύρους Κεραύνιους.

Το ημίφως δεν έκρυβε μυστήριο, ούτε μαγεία, αλλά απειλή και κίνδυνο. Οι σκιές έσβησαν τους Φωτολαμπιδείς.
Εντομα, πουλιά, Θέρμες και Ροοτρόποι κρύφτηκαν μέσα στους κορμούς των δέντρων ενώ τα ζώα αλαφιασμένα έσπρωχναν τα μικρά τους πιο βαθειά μέσα στις γούβες τους.

Οι πρώτες Όμβρες που έπεσαν, δειλές και ευγενικές, δεν έδειχναν τι θα επακολουθούσε. Τα δέντρα και τα λουλούδια τις καλοδέχτηκαν.

Ο Αιολιδέας όμως μετασχηματίστηκε σε Αεριχώ που δυνάμωνε και έκανε τις Όμβρες που πύκνωναν, σαιτιές.
Φωτίζοντας στιγμιαία το Δάσος ο τρομερός Φόλγκορους προσγειώθηκε στην βουνοκορφή. Το βλέμα του ήταν σκληρό, ανελέητο.

Το σκοτάδι έγινε βαθύτερο.

Τα Βροντοπούλια που τον ακολουθούσαν πάγωσαν τις καρδιές του δάσους. Ο Φόλγκορους ξεδίπλωσε την κάπα του και οι Ομβρες με την Αεριχώ μεταστοιχειώ-θηκαν σε Υπεράελλα.

Οι Υδροφάντες και οι Πομφόλυγγες, μεθυσμένοι από την Υπεράελλα μάνιασαν, ακολουθώντας κι αυτοί τον μεγαλειώδη, άγριο χορό. Τα γκρίζα νερά φούσκωσαν και με οργασμική χαρά πλημμύρισαν τις όχθες τους, παρασέρνοντας Ανθοθέτες, Γαιομνήμονες, κλαδιά, και αργιλόχρωμους Γαιοτρόφους και πνίγοντας ό,τι
έβρισκαν στο διάβα τους.

Τα δέντρα βογκούσαν πιά κάτω από το μαστίγωμα της Υπεράελλας, ενώ τα Βροντοπούλια τράνταζαν την γη σαν να ήθελαν να την διαλύσουν.

Ο Φόλγκορους ασταμάτητος μέσα στο βασανισμένο σκοτεινιασμένο δάσος δημιουργούσε εφιαλτικές λάμψεις, φωτίζοντας στιγμιαία το αργιλόχρωμο ποτάμι.
Δυο τεράστιες βελανιδιές λίγο πιο πέρα, σφάδαζαν καθώς τα κλαδιά τους λύγιζαν επικύνδινα, πιασμένα σε ένα διαβολικό βάλς με την Υπεράελλα.

Οι ρίζες της μιας έφταναν ως το πλημυρισμένο ποτάμι και πολλά ξεριζωμένα δεντράκια, -- παρασυρμένα από τα νερά που είχαν διαλύσει τους Γαιοτρόφους από τις ρίζες τους -- κλαδιά και Γαιομνήμονες, μπλέχτηκαν ανάμεσά τους δημιουργώντας ένα φράγμα αλλά το μανιασμένο ποτάμι έστειλε χιλιάδες μεθυσμένους Υδροφάντες ενάντια στο περήφανο δέντρο.

Ξαφνικά ένας τριγμός συντάραξε τον κορμό της. Τρελαμένα τα πουλιά που είχαν κουρνιάσει κάτω από τα φύλλα της, πέταξαν μακρυά. Θέρμες και Ροοτρόποι πάγωσαν.

Κι άλλος τριγμός. Και ένας τρίτος.

Με μια κραυγή πόνου το τεράστιο δέντρο έγειρε. Οι ρίζες του πλημμυρισμένες δεν άντεξαν και με ένα ουρλιαχτό η βελανιδιά έπεσε παρασύροντας και άλλα δέντρα στην επιθανάτια πτώση της.
Ο κρότος θύμιζε σύνολο κρουστών στο απόγειο ενός κρεσέντο.

Σαν ένας αόρατος μαέστρος να άλλαξε ξαφνικά το ρυθμό, η Υπεράελλα καταλάγιασε και χωρίστηκε ξανά σε Ομβρες και Αεριχώ.
Σε λίγο οι Ομβρες αχνοχάθηκαν, η Αεριχώ έγινε πάλι Αιολιδέας, οι Κεραύνιοι, ο Φόλγκορους και τα Βροντοπούλια απομακρύνθηκαν.

Ο Ηλιος φώτισε το βουνό. Το Δάσος, τσακισμένο και ταπεινωμένο, ήταν ακόμα ζωντανό αλλά σιωπηλό.

Σε μια φωλιά πάνω σε ένα δέντρο ένα θηλυκό χελιδόνι δίπλωσε τα φτερά του που τα είχε ανοιχτά για να προστατέψει τα αυγά του. Μία Σύλφη ζουζούνησε δειλά.
Ένα σκιουράκι ξεπρόβαλε από την κουφάλα του, μύρισε τον αέρα, είδε τις Θέρμες και τους Φωτολαμπιδείς να ανασταίνονται και τσιτσίρισε από χαρά .

Η Φύση ήταν πάλι ασφαλής!

                                                      *********



Γλωσσάριο Πλασμάτων

Συννεφοκάβαλοι: Ζουν και παίζουν ανάμεσα στα σύνεφα.

Σύλφες: Θηλυκοί Αεροβάτες. Τραγουδούν στο αεράκι.

Αεροβάτες: Ζουν και παίζουν ανάμεσα σε ότι παρασέρνει το αεράκι. Οι
θυελλώδεις άνεμοι τους σκοτώνουν.

Θέρμες: Απορροφούν και μεταδίδουν τη ζέστη.

Φωτολαμπιδείς: Απορροφούν και μεταδίδουν το φως.

Υδροφάντες: Όντα που ζουν στους καταράκτες και τα τρεχούμενα νερά.

Πομφόλυγγες: Όντα του αφρού στους καταράκτες

Κρυσταλίνοι: Mεταβατική μορφή των Υδροφαντών και των Πομφολύγγων.

Χλωροφύλακες: Μεταστοιχειώνουν το ηλιακό φως σε χλωροφύλλη.

Αιολιδέας: Oν του απαλού ανέμου.

Κεραύνιοι: Πλάσματα των μαύρων σύννεφων. Κακοί Συννεφοκάβαλοι.

Ροοτρόποι: Kαθορίζουν την κυκλοφορία του χυμού των δέντρων.

Όμβρες: Ουδέτερα πλάσματα των σταγόνων της βροχής.

Αεριχώ: Oν του δυνατού ανέμου.

Φόλγκορους: Θεός της αστραπής, από το Ιταλικό folgore.

Βροντοπούλια: Ακόλουθοι του Φόλγκορους, όντα της βροντής. Απ’το Αγγλικό thunderbirds.

Υπεράελλα: Σύνθετη θεά της θύελλας. Σύμμαχος του Φόλγκορους.

Ανθοθέτες: Όντα που καθορίζουν το σχήμα, το χρώμα και τη θέση ενός λουλουδιού.

Γαιομνήμονες: Ζουν στις πέτρες, φύλακες της ιστορικής μνήμης της Γης.

Γαιοτρόφοι: Τα θρεπτικά συστατικά του χώματος. Καθορίζουν την στερεότητά του.

                                              ----------------------

Copyright: Διονύσης (Dain) Τζαβάρας 2004, 2008.