Προσοχή! Η ιστορία περιέχει (νεο)παγανιστικά στοιχεία. Read at your own risk!

Πρόκειται για ένα συμβολικό παραμύθι, στιγμιότυπο ίσως, και σε σημεία αρκετά "χιουμοριστικά πονηρό" και αλληγορικό.
Αν και δεν ανήκει "αυστηρά" στη Μυθαστρία, κάποιοι χαρακτήρες, ή κάποιες "εκδοχές
τους τουλάχιστον, είναι Μυθάστριοι, όπως ο ΜαγΑιτιοΓραμμιστής ο Πιθανός που 
εμφανίζεται στον πρώτο τόμο του Τζον Κάδμου και η  Λούνα Λεβάνα. 

Σχετικά με το όνομα "Λούνα Λεβάνα" τώρα. Η Λούνα είναι βέβαια η Σελήνη στα Λατινικά. Η Λεβάνα/Levana όμως, είναι επίσης Ρωμαϊκή θεότητα.
Ήταν παρούσα στους τοκετούς και υπήρχε το έθιμο όταν έπλεναν το μωρό να το εναποθέτει η μητέρα σε ένα πανί στο έδαφος και ο πατέρας να το ανασηκώνει ψηλά στον αέρα, ώστε να το κάνει αποδεκτό για την οικογένεια και για τον κόσμο, και να του δώσει η θεά την ευλογία της να στρέφεται πάντα προς τα πάνω, προς τον "ουρανό", προς το καλύτερο.
Υπάρχει πολύ περισσότερο βάθος στο θέμα, αλλά δεν είναι επί του παρόντος.
Το όνομα της θεάς Levana προέρχεται από το ρήμα "levare" που θα πει ανασηκώνω/αιωρώ, εξ ού και "levitation, lever, λεβιέ" κλπ. Γι'αυτό και η "αιώρηση" είναι σημαντικό στοιχείο της ιστορίας.
Ο ύμνος είναι δικό μου δημιούργημα, όπως και η "Λούνα Λεβάνα" της ιστορίας που βασίζεται μόνο εν μέρει στη Ρωμαϊκή θεά. Οι άλλες θεότητες που αναφέρονται στην ιστορία είναι από διάφορες μυθολογίες.
Τον "Γάτο" ίσως κάποιοι να τον θυμούνται από... άλλη ιστορία μου, και η επιρροή από την ταρώ εμφανής.
"Moυσική επένδυση": Το πασίγνωστο El amor brujo - Danza ritual del fuego του Manuel De Falla.


                                              * * * * * * * * *



"Όταν Το Φεγγάρι Είναι Μπλε" Είπε Η Γιαγιά Νύχτα..."




"Όταν το φεγγάρι είναι μπλε…" είπε η Γιαγιά Νύχτα στο Μικρό Τυμπανιστή "…και η εγγόνα μου χορεύει πάνω στη Γη φορώντας τα γαλάζια πέπλα της, ο παλμός της Φύσης της ίδιας αλλάζει γιατί και κείνη χορεύει σε άλλο ρυθμό."

Ο Μικρός Τυμπανιστής χωμένος μέσα στη μαύρη, αστροκέντητη εσάρπα της Γιαγιάς, κοίταγε παραξενεμένος τη Λούνα Λεβάνα να χορεύει με ασυνήθιστα παθιασμένη χαρά, ντυμένη με τα φωτεινά μπλε πέπλα της υφασμένα από το γαλάζιο φεγγαρόφωτο.

Η Γιαγιά Νύχτα, που άλλαζε αργά και αδιόρατα τη θέση της, χάϊδεψε το ξανθό του κεφαλάκι. "Μη φοβάσαι, εγγονούλη μου. Δεν τον γνωρίζεις αυτό το ρυθμό, αυτό το νέο παλμό γιατί, αν και Τυμπανιστής, αυτή τη στιγμή δεν είσαι παρά ένα μικρό παιδί και δεν έχεις ξαναδεί την εγγόνα μου όπως είναι απόψε, ούτε και τη Γη να αντηχεί, να δονείται από τον αποψινό, μαγεμένο παλμό του μπλε φεγγαριού. Τον παλμό των θαυμάτων."


Το μπλε φεγγάρι μεσουρανούσε καθώς ο γάτος με την κόκκινη μακριά γούνα παρακολουθούσε όσα συνέβαιναν, καθισμένος πάνω στο φράχτη και κουνώντας ρυθμικά την ουρά του σύμφωνα με το νέο παλμό που έδινε νέο ρυθμό στην ανάσα και την καρδιά κάθε ζωντανού πλάσματος, που ήξερε να τον νιώθει μέσα του.

Οι μάγοι και οι μάγισσες αφού απάγγελλαν τον τελικό ύμνο, θα ετοιμάζονταν σε λίγο να φύγουν από την κατοικία του αρχιμάγου πάνω στο λόφο, ανά ομάδες, σύμφωνα με τη "θέση" τους στη σύναξη, δηλαδή το ρόλο που είχαν είτε επιλέξει, είτε τους είχε δοθεί στην ιεραρχία.
Προπομποί οι "Άσσοι", μετά οι Βασιλιάδες με τις Βασίλισσες, οι Ιππότες και πίσω τους οι Ακόλουθοι, και ύστερα οι υπολοιπες "Αυλές".
Παρά την "πομπή και περίσταση" που απαιτούσε το πρωτόκολλο της σύναξης για τη διάλυση κάθε σύναξης, οι μάγοι και μάγισσες σπάνια ακολουθούσαν αυτούς του "κανόνες" για περισσότερο χρόνο από όσο ήταν απαραίτητο.

Έτσι, όταν έβγαιναν από το νοητό κύκλο με κέντρο την κατοικία του Αρχιμάγου, η ιεραρχική πομπή διαλυόταν αμέσως, και έφευγαν άλλοι με τα πόδια μέσα από το δάσος που κάλυπτε το λόφο, άλλοι πετώντας πάνω στις σκούπες τους - οι άντρες με την αχυρένια "τούφα" μπροστά, και οι γυναίκες με το κοντάρι μπροστά, όπως είναι το σωστό - και άλλοι που είχαν πιο θεατρική φλέβα εξαφανίζονταν μέσα σε καπνούς, εκρήξεις φωτός ή μεταμορφώνονταν σε παράξενα πλάσματα της γης, της θάλασσας και του αέρα, ή ακόμα και της… φωτιάς.

Οι περισσότεροι, κυρίως όμως οι μάγισσες, είχαν μαζί και τα ζώα τους, τα "οικεία" όπως τα αποκαλούσαν. Γάτες, κουκουβάγιες, κοράκια και νυχτερίδες ήταν τα συνηθέστερα είδη.

Αν κάποιος κοινός θνητός είχε τόσο θάρρος - ή αυτοκτονική διάθεση ίσως - ώστε να παρακολουθεί απρόσκλητος μια γενική σύναξη μάγων μια νύχτα με πανσέληνο, θα μπορούσε να δει και ιγκουάνες, σκύλους, φίδια, πεταλούδες, βάτραχους, έναν-δυό λύκους, αλεπούδες, δρακονέτους, ένα μονόκερω, ένα σμήνος από σφήκες, μέχρι και σκουλίκια και άλλα γνωστά και άγνωστα, στον καθημερινό κόσμο, ζώα.

Τα "οικεία", εκτός αν τα χρειάζονταν οι κύριοί τους, ήταν ελεύθερα να περιπλανηθούν στο μεγάλο Δάσος της Βερενίκαιας, ονομασμένο προς τιμή μιας πανάρχαιας, μυθικής μάγισσας που αγαπούσε πολύ τα ζώα.

Αυτή όμως η σύναξη ήταν πολύ ιδιαίτερη και όλοι, μαζί κι ο κοκκινογούνης γάτος, το ήξεραν πολύ καλά γι'αυτό και τα περισσότερα "οικεία" δεν είχαν απομακρυνθεί πολύ.
Η δε πομπή των Ελασσόνων Μυστικών που αποτελούνταν από πενήντα έξι μάγους και μάγισσες, αυτή τη φορά τήρησε το τυπικό μέχρι την παραμικρότερη λεπτομέρεια, καθώς ξεκίνησαν να απαγγέλλουν τον τελευταίο ύμνο του τυπικού της Παράδοσής τους.


"Λούνα Λεβάνα,
Κόρη του Φεγγαριού
και Μάνα…"


Η απαγγελία τους ήταν υποτονισμένη και προσεκτική, χωρίς τερτίπια και φιοριτούρες, γιατί η νύχτα η αποψινή, νύχτα με πανσέληνο, δεν ήταν σαν τις άλλες.

Μια φορά κάθε λίγα χρόνια το φεγγάρι φάνταζε μπλε στον ουρανό, τυλιγμένο σε μια φωτεινή γαλάζια άλω που προσέδιδε μια απόκρυφη, ιδιότυπη ατμόσφαιρα στη νύχτα, αλλά και κάτι πολύ, πολύ περισσότερο.
Κανένας "homo magus", μαγικός άνθρωπος, δεν μπορούσε ποτέ να υπολογίσει εκ των προτέρων πότε το φεγγάρι θα ήταν μπλε, αλλά όλοι γνώριζαν με βεβαιότητα πως πολλά μαγικά φαινόμενα που κανονικά θα απαιτούσαν ιδιαίτερα περίπλοκα τελετουργικά, στη μπλε Πανσέληνο γίνονταν πολύ απλά, λες και κάποια πανίσχυρη και αλλόκοτη ενέργεια είχε τυλίξει τη γη. Λες και η πλάση παλλόταν μέσα στο φως με κάποιο άλλο τρόπο, με έναν διαφορετικό ρυθμό από ότι συνήθως.

Όταν το φεγγάρι ήταν μπλε, η μαγική ενέργεια που είχε διαχυθεί πάνω στη χώρα δεν χρειαζόταν τους μάγους και τις μάγισσες να την χρησιμοποίησουν για να πετύχουν ένα μαγικό αποτέλεσμα.
Λειτουργούσε αυτόβουλα, θαρρείς, με ένα παλμό δικό της, και έκανε τα δικά της μαγικά χωρίς μεσάζοντες. Παράξενα, ασυνήθιστα μαγικά τα οποία μόνο σε σκονισμένα παλιά "βιβλία των σκιών" σε ανήλιαγες βιβλιοθήκες αναφέρονταν στα πεταχτά, λες και κανείς μάγος ή μάγισσα δεν ήθελε να ρισκάρει. . . κάτι.
Να ρισκάρει μια "παραφωνία" στη μουσική της φύσης της τυλιγμένης στο μπλε φως, που άγγιζε τους χτύπους της καρδιάς κάθε ζωντανού πλάσματος, την ανάσα των φυτών, τον άνεμο και αυτήν την ίδια την περιστροφή των άστρων στον νυχτερινό ουρανό και το βαθύ μουρμουρητό της γης καθώς περιστρεφόταν.

Αυτή ή αλλόκοτη, άγνωστη ενέργεια, ο ρυθμός της φύσης που είχε αλλάξει, τους προκαλούσε αν όχι φόβο ακριβώς, τουλάχιστον δυσφορία, σαν η φύση να παρουσίαζε μια πλευρά της την οποία οι σοφοί αυτοί άντρες και γυναίκες δεν μπορούσαν ούτε να καταλάβουν, ούτε να ελέγξουν.

Ο έλεγχος των μυστικών δυνάμεων είναι βασικό στοιχείο της ταυτότητας ενός μάγου ή μιας μάγισσας, όπως είναι και η αρμονία με τους κύκλους της φύσης, αλλά αυτή η μπλε ενέργεια της Σελήνης, η ασυνήθιστη παλλόμενη γαλάζια λάμψη, τούς έκανε να αμφιβάλλουν για την πραγματική πηγή της δύναμης και της γνώσης τους, ακόμα και για τη θέση τους στην ιεραρχία που συμβόλιζε τα ίδια τα μυστικά της φύσης και της ψυχής.

Αν και γραμμένο στα μάτια τους που σπίθιζαν στο βαθύ μπλε της μυστηριακής αυτής νύχτα, οι περισσότεροι δεν τολμούσαν να ομολογήσουν καν στους εαυτούς τους τη βαθύτερη αιτία της δυσφορίας τους για την πιο αχαλίνωτη και άγρια πλευρά αυτής της ουρανόφερτης μαγείας.

Μήπως . . . μήπως όταν η σελήνη ήταν μπλε, απλά έπεφτε ένα πέπλο από κάτι το οποίο ήταν εξ αρχής εκεί; Αόρατο αλλά . . . πανταχού και πάντα παρόν;

Μήπως τελικά η ενέργεια αυτή έλεγχε τους ίδιους; Και μάλιστα από πάντα;

Μήπως ο παλμός αυτός ήταν η αλήθεια στη βάση του κόσμου τους, και όχι οι νόμοι της καθημερινής φύσης που γνώριζαν να χρησιμοποιούν - προσεκτικά αλλά πολύ καλά - μέσα από το συμβολισμό των τίτλων τους σαν Αρχιμάγος, Ερημίτης, Εραστής/Εράστρια (ποτέ 'ερωμένη' σε τέτοια σύναξη), Δικαιοσύνη, Ακόλουθος Κούπα, Πέντε των Διαμαντιών και όλων των υπόλοιπων τίτλων της σύναξής τους;

Κι αν ο συμβολικός ύμνος που τραγουδούσαν προς τιμήν της νύχτας και της πανσελήνου - με "κορυφαίο" βέβαια το μάγο ή τη μάγισσα που είχε τον τίτλο "Σελήνη" - αναφερόταν όχι μόνο στην έλλειψη φωτός τη νύχτα ή στη χλομή, ακατοίκητη από ανθρώπους, σφαίρα του φεγγαριού που οι ίδιοι ανθρωποποιούσαν σαν "θεϊκά" όντα, αλλά σε πραγματικές δυνάμεις που ρύθμιζαν και ίσως εξουσίαζαν την πλάση και τους ίδιους;

Ή μήπως οι ουράνιες αυτές δυνάμεις έρχονταν από κάπου άλλου; Σαν μύθοι από τα άστρα που για λίγο γίνονταν αντιληπτοί μέσα στο μυστηριακό γαλάζιο φως, για να χαθούν πάλι στη λήθη όταν περνούσε αυτή η νύχτα;

"Λούνα Λεβάνα,
Κόρη του Φεγγαριού
και Μάνα,

Άρτεμις και Διάνα,
Ουνι-Άστρα και Ινάννα,

Νύχτα Καλοκαιριού
Γιαγιά, Βασίλισσα
και Μάνα…"


Και έτσι άλλαζαν κουβέντα αφήνοντας τέτοια "λεπτά" θέματα, σαν να μην υπήρχαν καν. Σαν όλα να ήταν όπως κάθε άλλη πανσέληνο, προκαθορισμένα και τυπικά και συζητούσαν για πολύ πιο "εγκόσμια" θέματα, παρατήρησε ο γάτος κουνώντας παιχνδιάρικα τα μουστάκια του.

Μάθατε πως η Καρμίνα, η "Επτά των Ράβδων", βρέθηκε αιχμάλωτη του ιεροεξεταστή; Ευτυχώς σαν αληθινή μάγισσα κατάφερε να ξεφύγει πολύ εύκολα κι ας την είχαν φιμώσει και δεν μπορούσε να αρθρώσει ούτε ένα "Σόλους και Διάνα -Ενδυμίωνα και Σελάνα - Βόηθα με, πατέρα-μάνα!"


Η Καρμίνα κάλεσε το "οικείο" της ζώο, έναν πολύ εμπαθικό δρακονέτο που ήταν απόλυτα συντονισμένος μαζί της από τη μέρα που την πρωτοείδε όταν βγήκε από το αυγό.
Οι φρουροί τρόμαξαν πολύ με το "δαίμονα" που εμφανίστηκε μέσα στη νύχτα ξερνώντας "πράσινες" φωτιές (κάτι θα είχε φάει ο καημένος ο δρακονέτος και τον είχε πειράξει). Πέταξαν τα κλειδιά της φυλακής, ο δρακονέτος τα έδωσε στην Καρμίνα, και έτσι το έσκασε αφήνοντας πίσω της μια κατάρα!
Ο ιεροεξεταστής έγινε τόσο πράσινος από μια αδιάκοπη διάρροια ώστε αποφάσισε να φύγει για πολύμηνες διακοπές. (Ο δρακονέτος - κατά μυστήριο τρόπο - συνήλθε αμέσως).

Η σύναξη γέλασε και παρευρισκόμενοι έψαξαν με τα μάτια να εντοπίσουν τα δικά τους "οικεία" ζώα, τόσο επειδή τα αγαπούσαν όσο και γιατί, ειδικά αυτή τη νύχτα, η συμπεριφορά των ζώων ήταν ο ακριβέστερος δείκτης πως όλα πήγαιναν καλά.

Ή. . . δεν πήγαιναν!

Όμως η νύχτα είχε προχωρήσει και όλα ήταν αρμονικά. Η μαγική κοινότητα είχε είχε πιει, είχε φάει, είχε ανταλλάξει νέα, κουτσομπολιά, εφευρέσεις, μαγικές φόρμουλες και νέες θεωρίες για την επιρροή των άστρων και τη χρήση των μαγικών φυτών.

Ο γάτος τους κοίταζε να απαγγέλλουν παραταγμένοι σε δύο ομόκεντρους κύκλους, με τα χέρια τους να κινούνται ρυθμικά προς τη γαλάζια σελήνη.

"Λούνα Λεβάνα,
Κόρη του Φεγγαριού
και Μάνα,

Άρτεμις και Διάνα,
Ουνι-Άστρα και Ινάννα,

Νύχτα Καλοκαιριού
Γιαγιά, Βασίλισσα
και Μάνα,

στης Γης τη μήτρα
Μαμή και Παραμάνα

Αστρόφερτος ο Ήλιος,
Σύντροφός σου,
ας βοηθά να

τηρείται αλεξίθυμος
του κόσμου ο ρυθμός,
αειπλάνα...


Ο γάτος κούνησε την ουρά του παιχνιδιάρικα, νιώθοντας κι αυτός την αλλόκοτη ενέργεια να χαϊδεύει αισθησιακά τη γούνα του. Χαμογέλασε κάτω από τα μουστάκια του και πήδηξε από φράχτη.

"Όχι απόψε" είπε κάνοντας μια τούμπα στον αέρα, στην προσπάθεια να τσακώσει μια νυχτοπεταλούδα.
Πριν καν προσγειωθεί, ήξερε πως ένα άλλο πλάσμα κρυβόταν μέσα στα χόρτα που γεμάτα υγρή δροσιά, ανάσαιναν κι αυτά το μπλε φως. Πριν ακουμπήσει τα μπροστινά του πόδια στο έδαφος, ήξερε πως ήταν ένα φίδι. Τα πίσω πόδια του ακούμπησαν στιγμιαία στο χώμα και με μια ρευστή κίνηση όλου του σώματός του, ξαναπήδησε προς το πλάι για να προσγειωθεί μερικά μέτρα πιο πέρα, σε απόσταση ασφάλειας από το φίδι.

Προσεκτικά, αθόρυβα, ο κόκκινος γάτος πλησίασε το σκούρο μωβ, διάστικτο με λαμπερά σημαδάκια, φίδι.

"Αν προσπαθήσεις να με δαγκώσεις, θα σε δαγκώσω και γω" είπε σφυριχτά το φίδι ανασηκώνοντας απειλητικά το κεφάλι του.

"Κι αν θέλω μόνο να παίξω μαζί σου;" ρώτησε πονηρά ο γάτος.

"Θα σε δαγκώσω και πάλι. Εκτός από την κυρά μου, δεν μ'αρέσει να παίζουν μαζί μου. Ειδικά γάτοι!" είπε ξανά το φίδι.

"Είσαι δηλητηριώδες φίδι;"

"Απόψε είμαι ό,τι και όποιος θέλω" είπε ξανά το φίδι, "όπως και συ. Απόψε είναι η νύχτα που το φεγγάρι είναι μπλε. Απόψε το απαγορευμένο γίνεται επιτρεπτό και οι νόμοι της φύσης, ο παλμός της, έχει αλλάξει."

"Γι'αυτό μπορείς και ακούς;" ρώτησε ο γάτος, αν και γνώριζε την απάντηση ήδη.

"Πάντα μπορώ να ακούω, χαζοβιόλικο αιλουροειδές!" είπε προσβεβλημένο το μωβ φίδι. "Αλλά όχι με αυτιά. Ακούω τους παλμούς της γης, την αντήχηση των βημάτων αυτών των απαίσιων, δολοφονικών ανθρώπων, τα ζώα και τα έντομα που τρώω. Τα ακούω με το σώμα μου που ακουμπά πάντα στο κορμί της Γης της ίδιας!" κατέληξε με υπερηφάνεια στη φωνή του.

"Τι το ιδιαίτερο έχεις λοιπόν, αυτήν την τόσο ιδιαίτερη νύχτα; Δε φαντάζομαι να νομίζεις πως το να μιλά ένα φίδι με ένα γάτο αντί να…χμμ…'παίζουν', είναι τόσο εντυπωσιακό για τη νύχτα που φεγγάρι είναι μπλε;" είπε ειρωνικά ο γάτος.

"Γιατί δεν κοιτάς τι το εντυπωσιακό μπορείς να κάνεις εσύ, απόψε, αντί να κρίνεις τι κάνουν οι άλλοι, περίεργε γάτε;" σφύριξε ενοχλημένα το φίδι.

"Αυτό είναι πρόκληση; Ποιος θα τιμήσει τη μπλε νύχτα καλύτερα και εντυπωσιακότερα;" νιαούρησε εξ ίσου ενοχλημένος ο γάτος, τινάζοντας πέρα-δώθε την ουρά του.

"Ακριβώς!" είπε το φίδι και οι φολίδες του με τα αστεράκια τρεμούλιασαν και άστραψαν στο μπλε φως.

"Πολύ καλά!" ρουθούνισε ο γάτος. "Κανόνες;"

"Kανένας!" είπε το φίδι, βγάζοντας τη διχαλωτή μπλαβιά γλώσσα του, σαν κορόιδευε τον αιλουροειδή συνομιλητή του.

"Ακριβώς!" σφύριξε και ο γάτος με τα πράσινα μάτια του να λάμπουν και άνοιξε το στόμα του σαν να χαμογελούσε με πονηρή ικανοποίηση.

Στηρίχτηκε στα πίσω πόδια του και πήδηξε στον αέρα. Στριφογύρισε για λίγο και η μορφή του φάνηκε να γίνεται ένα με το γαλάζιο φως για μια στιγμή, πριν αρχίσει να μετατρέπεται, να γίνεται όλο και πιο ανθρώπινη ώσπου σε λίγο ένας κοκκινομάλλης άντρας με πλατύ χαμόγελο, ντυμένος με αλλόκοτα, αταίριαστα μεταξύ τους ρούχα πετούσε στον γαλαζωπό αέρα προς το σημείο πάνω από τους μάγους που ακόμα τραγουδούσαν, εκεί που χόρευε τώρα η γαλανοντυμένη Λούνα Λεβάνα.

Το μωβ φίδι τον κοίταξε για λίγο ψυχρά και άρχισε να σέρνεται στο έδαφος δημιουργώντας σχήματα με το σώμα του. Σχήματα που θύμιζαν γράμματα, αλλά σε μια άγνωστη γλώσσα που μόνο αυτό και η Γη γνώριζαν.

Ο κοκκινομάλλης άντρας άπλωσε το χέρι του προς τη θεά, εκείνη τον αναγνώρισε, τα ασημένια μάτια της άστραψαν και ο άντρας την έπιασε από τη μέση και ξεκίνησαν να χορεύουν στον ουρανό με το χαμόγελο να μη φεύγει ποτέ από τα χείλη του και τα πέπλα της Λούνα Λεβάνα να δημιουργούν σπείρες, κύκλους, σπείρες μέσα σε κύκλους καθώς ο ύμνος των μάγων κόντευε να ολοκληρωθεί.

Το διάστικτο με αστεράκια σώμα του φιδιού, φάνηκε τότε να απλώνεται, να απλώνεται, σαν να ήταν ύφασμα που ξετυλιγόταν, τα αστεράκια να γίνονται όλο και περισσότερα, ώσπου απλώθηκε, αόρατο και ανεπαίσθητο αλλά πανίσχυρο, σε όλο το χώρο πάνω στην επιφάνεια της γης και κάτω από τα πόδια της σύναξης των μάγων.

                                                   * * * * * * * * *

"Ποιος είναι αυτός ο ανόητος που χορεύει με τη Λούνα Λεβάνα;"ρώτησε παραξενεμένος και κάπως ενοχλημένος ο Μικρός Τυμπανιστής τη Γιαγιά Νύχτα.

H Γιαγιά γέλασε.

"Μη ζηλεύεις, αγόρι μου. Μόνο απόψε θα χορέψουν μαζί. Δεν θα σου έλεγε κάτι το όνομά του. Έχει έρθει από… από αλλού! Από μύθους που ανήκουν στα άστρα! Λέγεται ΜαγΑιτιοΓραμμιστής ο Πιθανός, ένας... Μάγος, αλλά όποτε εμφανίζεται στη Γη, όταν το φεγγάρι είναι μπλε, οι άνθρωποι τον λένε Τρελό, γιατί δεν ακολουθεί κανόνες και περιορισμούς, και οι μάγοι Ανόητο γιατί δεν αναγνωρίζει κανόνες και περιορισμούς. Όπως οι γάτοι!"

"Είναι πραγματικά Ανόητος!" είπε θυμωμένο το αγοράκι.

"Περισσότερο από όσο νομίζεις, μικρέ μου τυμπανιστή!" είπε η Γιαγιά Νύχτα. "Όσο για το φίδι…"

"Ναι;"

"Aυτό έχει περισσότερα ονόματα. Πάρα πολλά. Όσοι δεν το φοβούνται το αποκαλούν με ένα όνομα που σίγουρα γνωρίζεις. Παναιπόλο! Αυτόν που κάνει το σύμπαν να στρέφεται γύρω από τον εαυτό του. Εκείνοι που το φοβούνται το λένε… αλλιώς! Ένα όνομα που εσύ δεν μπορείς ποτέ να το καταλάβεις!"

"Ποιο είναι το όνομα που δεν μπορώ να καταλάβω;"

H Γιαγιά Νύχτα δεν απάντησε...


"Λούνα Λεβάνα,
Κόρη του Φεγγαριού
και Μάνα,

Άρτεμις και Διάνα,
Ουνι-Άστρα και Ινάννα,

Νύχτα Καλοκαιριού
Γιαγιά, Βασίλισσα
και Μάνα,

στης Γης τη μήτρα
Μαμή και Παραμάνα

Αστρόφερτος ο Ήλιος,
Σύντροφός σου,
ας βοηθά να

τηρείται αλεξίθυμος
του κόσμου ο ρυθμός,
αειπλάνα,


από διαθέσεις άδικες,
υπεριπτάμενη Σελάνα

μυστικών αρχέγονων φρουρέ,
Λούνα αργυρόχοη, Λεβάνα!

Λούνα Λεβάνα! Λούνα Λεβάνα!
Λούνα Λεβάνα!"


Ο ύμνος ολοκληρώθηκε και ο Αρχιμάγος κοίταζε τους συντρόφους του να απομακρύνονται. Οι κύκλοι μετατράπηκαν σε σειρές και η πομπή ξεκίνησε να κατηφορίζει αργά το λόφο.

Τα κόκκινα μακριά μαλλιά και το μούσι του μάγου είχαν πάρει μια παράξενη βυσινί απόχρωση στο μπλε φως του φεγγαριού.
Πίσω του η Αρχιμάγισσα ετοιμαζόταν να φύγει και κείνη, προτελευταία όπως ήθελε το πρωτόκολο.
Ο μάγος γύρισε και την κοίταξε. Δεν είχε προσέξει πως τον πλησίασε και για μια στιγμή ξαφνιάστηκε. Μόνο για μια στιγμή.

Χαμογέλασε και τα μάτια του έλαμψαν πονηρά.

Το σκούρο μωβ μακρύ φόρεμά της, τα πλατιά μανίκια, οι χρυσαφένιοι αστερισμοί κεντημένοι πάνω του, το βαθύ ντεκολτέ, τα μαύρα στιλπνά μαλλιά που έλαμπαν στο φεγγαρόφωτο, τα βαθιά, εβένινα μάτια.
Ήταν ελκυστική και επικίνδυνη, γεμάτη καλά φυλαγμένα μυστικά και μια αδιόρατη αύρα θλίψης.

"Θα φύγεις λοιπόν;" τη ρώτησε.

"Ναι. Όταν βρω το 'οικείο' μου."

"Έχεις καινούργιο ζώο, άκουσα."

"Ναι. Ένα φίδι πάλι. Το άλλο το σκότωσαν άνθρωποι."

Ο μάγος ανάσανε βαθιά.

"Λυπάμαι, Αεριχώ. Δάγκωσε κάποιον;"

Η μάγισσα γέλασε. Ο ήχος ήταν πικρός.

"Όχι φυσικά. Ήταν απόλυτα συντονισμένο μαζί μου. Η θέλησή του, θέλησή μου, ο ρυθμός μου, ρυθμός του, ο παλμός μου και δικός του. Ήθελε μόνο να φάει ένα σύκο. Το είδαν να πλησιάζει τη συκιά και το κομμάτιασαν με τα σκερπάνια τους."

"Μερικές φορές . . . " είπε ο μάγος και η φωνή του είχε κάτι απειλητικό, σαν από βροντή μιας μακρινής θύελλας.

Η αρχιμάγισσα το βρήκε πολύ ελκυστικό αυτό.

Απόψε.
Απόψε που το αλλόκοτο φως έκανε την καρδιά της να πάλλεται διαφορετικά, και η επιθυμία για το απαγορευμένο ξεχείλιζε στο κορμί της.

Γιατί ο Αρχιμάγος και η Αρχιμάγισσα ποτέ δεν έπρεπε να γνωρίσουν αληθινά ο ένας τον ά;λλον και να γίνουν ένα με κανέναν τρόπο! Ούτε και κανένα άλλο μέλος της Παράδοσής τους είχε αυτό το δικαίωμα.
Η ισορροπία της μαγείας που εξασκούσαν θα κινδύνευε να χαθεί αν ο καθένας δεν ακολουθούσε επακριβώς αυτό που απαιτούσε ο ρόλος του, χωριστά από κάθε άλλο ή άλλη, με μόνο τις τυπικές και καθορισμένες σχέσεις ανάμεσά τους να θεωρούνται επιτρεπτές. Μια μαγεία που έλπιζαν κάποτε να αλλάξει τον κόσμο τους.

Γιατί στον κόσμο που ζούσαν, όπου οι άνθρωποι φοβούνταν τόσο πολύ τους "homines magοs", τους ανθρώπους-μάγους δηλαδή, έπρεπε να είναι όσο πιο προσεκτικοί γινόταν. Γιατί ακόμα και μια τυχαία εμφάνισή τους, ένα τυχαίο μαγικό, θα μπορούσε να δημιουργήσει πανικό στους ανθρώπους, και αθώοι συνάνθρωποί τους που δεν είχαν καμμία σχέση με τη μαγεία, να βρεθούν αντιμέτωποι με το σκληρό, απάνθρωπο ιερατείο.

Δεν ήταν όμως μόνο το απειλητικό βλέμα του μάγου που η αρχιμάγισσα Αεριχώ έβρισκε ελκυστικό. Τα σπινθηροβόλα σμαραγδένια μάτια του μάγου, τα μακριά κόκκινα μαλλιά, τα δυνατά χέρια, οι στιβαροί ώμοι και το δυνατό στέρνο, το ευλύγιστο κορμί του που δεν κρύβονταν κάτω από το μανδύα του, η ανεξαρτησία και η σοφία που ανέδιδε κι ας ήταν τόσο νεώτερος από εκείνη. Η ζωώδης δύναμη που παλλόταν μέσα στο κορμί και τη ματιά του.

Με μια ρευστή κίνηση πέρασε το χέρι της πάνω από το ντεκολτέ του φορέματός της χαϊδευτικά. Τα μακριά νύχια της, βαμένα μωβ με χρυσά αστεράκια πάνω σε κάθε νύχι, άστραψαν στις ακτίνες του φεγγαριού. Μισάνοιξε τα χείλη της και χαμήλωσε τα βλέφαρά της κοιτώντας τον αρχιμάγο . . .

"Θα ήθελες να το δεις, Κόννλα;" ρώτησε γλιστρώντας, θα έλεγε κανείς, λίγο πιο κοντά στον μάγο.

". . . Ποιο;" ρώτησε ο μάγος σταυρώνοντας βιαστικά τα χέρια του μπροστά του, αποφεύγοντας το βλέμμα της Αρχιμάγισσας και προσπαθώντας να συγκρατήσει το τρέμουλο που ένιωθε να ανεβαίνει από το στομάχι στο λαιμό του.

"Το φίδι μου. Το νέο μου 'οικείο'. . ."

"Α. Ναι . . . Ναι, βέβαια. Και συ; Θέλεις να στον δείξω;" είπε πάλι ο μάγος.

". . . Ποιον;"

"To γάτο μου. Τον δικό μου 'οικείο'."

"Δεν τον είχα δει την περασμένη πανσέληνο του Θερινού Ηλιοστάσιου όταν χορεύαμε γύρω από τη φωτιά;"

Το αδιόρατο μειδίαμα που φάνηκε στις άκρες των χειλιών της Αεριχώς δεν πέρασε απαρατήρητο από τον αρχιμάγο.

"Όχι όπως είναι τώρα!" Τα μάτια του άστραψαν καταπράσινα."Όχι μια τέτοια νύχτα, γαλάζιας μαγείας, θέλω να πω. Όταν το φεγγάρι είναι μπλε κι η φύση πάλλεται αλλιώς. Χωρίς κανόνες!"

"Κανέναν κανόνα;" είπε εκείνη.

"Ακριβώς!"

Προσεκτικά, αθόρυβα, ο αρχιμάγος Κόννλα πλησίασε τη μάγισσα, ελπίζοντας πως η Αεριχώ δεν θα άκουγε την καρδιά του που παλλόταν παράξενα, όχι με τον γνωστό της ρυθμό, όπως παλλόταν όλο το κορμί του. Δεν ήξερε μόνο πως και η Αρχιμάγισσα έλπιζε ακριβώς το ίδιο…

"Τον βλέπω ήδη να χορεύει…" ψιθύρισε η Αεριχώ καθώς τα χείλη της ενώθηκαν με του Κόννλα, και ο ίδιος παλμός, ο παλμός της γαλάζιας Σελήνης που ανασήκωνε ελαφρά τη γήινη φύση προς τον ουρανό, κατέλαβε και όλα τα άλλα μέλη της μαγικής σύναξης.


                                                       * * * * * * * * *


Καθώς το φεγγάρι έφτανε στη δύση και η Λούνα Λεβάνα γύρισε κοντά στη Γιαγιά Νύχτα, οι μάγοι και οι μάγισσες επέστρεφαν αναψοκοκκινισμένοι μέσα από το δάσος, προσπαθώντας να σιάξουν τους μανδύες ή τα φορέματά τους, και να σουλουπώσουν τα γεμάτα πούσια, ανάκατα μαλλιά τους χωρίς να προκαλέσουν την προσοχή των άλλων (αποτυγχάνοντας εντελώς).

Σε ένα χωράφι, ένας κοκκινογούνης γάτος και ένα μωβ φίδι διαφωνούσαν έντονα σχετικά με το ποιος τίμησε καλύτερα τη νύχτα που το φεγγάρι ήταν μπλε, ώσπου σταμάτησαν να μπορούν να καταλαβαίνουν ο ένας το άλλο.
Το φίδι γλύστρισε μέσα από τα χορτάρια αναζητώντας τη μάγισσα-κυρά του για να το ζεστάνει, ενώ ο γάτος έτρεξε χαρούμενος να χαϊδευτεί στα πόδια του μάγου του.


Kαι ο μικρός τυμπανιστής - που ήταν Μέγιστος Τυμπανιστής πια - αποχαιρέτησε τη Γιαγιά του και την αγαπημένη του, και ανέτειλε υπέρλαμπρος και μεγαλειώδης.

                                                         * * * * * * * * *
                        

Copyright: Διονύσης (Dain) Τζαβάρας, 2008